Ξυπνάμε, δουλεύουμε, τρώμε, δουλεύουμε, κοιμόμαστε. Άντε και κάτι τις έξτρα στις πολύ καλές ημέρες μας. Για ένα ταξίδι λοιπόν ζούμε, για μια νέα περιπέτεια ελπίζουμε κάθε χρόνο, κάπου εκεί στον Αύγουστο, οι πλείστοι. Τι γίνεται όμως που φέτος αποφάσισαν, σχεδόν συνωμοτικά, όλοι να μας το στερήσουν; Και πόση νέα θλίψη να χωρέσει εκείνο το συκώτι μας, που προτιμώ πλέον να το κάψω παρά να το παραγεμίζω;
Είχα ήδη ακυρώσει ένα γύρο της Βόρειας Ιταλίας -ναι, στον πυρήνα του κορωνοϊού θα προσγειωνόμουν φέτος εγώ, ο κάκτος!-, ακύρωσα και τα αερόστατα που θα’ κανα στη Λιθουανία και τα καγιάκ της Λετονίας και το είχα αποφασίσει, θα περνούσα ένα καλοκαίρι μέσα στη μίρλα και στη μιζέρια, μετρώντας κρούσματα και κρουσμένους σε κυπριακό έδαφος. Με τη σκέψη και μόνο ότι το καταθλιπτικό εργάκι δε λέει να σταματήσει, πάτησα Enter. Έκλεισα ένα ταξίδι, εν μέσω κορωνοϊού, πιο last minute δε γινόταν, για την Ελβετία.
Δε θα πω ψέματα, ήταν δύσκολη απόφαση, γιατί φοβόμουν πως για άλλη μια φορά θα ματαιώνονταν τα σχέδιά μου και βυθιζόμουν ξανά στην νέα πραγματικότητα του κορωνοϊού. Και δυσκόλευε κι άλλο το πράγμα, γιατί οι μεταβλητές δεν εξαρτιόνταν από εμένα και μάλιστα οι αποφάσεις μου, δεν επηρέαζαν μόνο εμένα, οπόταν έπρεπε να το σκεφτώ καλά και ξανά και ξανά!
Θα ήταν λοιπόν ένα ταξίδι-ρίσκο -τουλάχιστον έτσι το έβλεπα πριν πάω- στο οποίο θα ερχόμουν αντιμέτωπος με τον εαυτό και τους φόβους μου και αυτό ήταν μάλλον εκείνο που με ιντρίγκαρε εξαρχής. Η σκέψη όμως που με ώθησε περισσότερο ήταν ένα γνωμικό που διάβασα: «Καλύτερα να πεθάνω μια φορά, παρά να τρέμω όλη μου τη ζωή από φόβο». Και πόσο πιο ωραία που θ’ ακουγόταν: Πέθανε στις Ελβετικές Άλπεις! -γίνομαι μακάβριος, αλλά εγώ το θάνατο τον έχω γελοιοποιήσει καιρό τώρα-.
Σκέψεις που έκανα πριν το ταξίδι:
- Θα αρρωστήσω;
- Και αν αρρωστήσω, τι θα κάνω εκεί, σε μια ξένη χώρα που δεν ανήκει καν στην Ευρωπαϊκή Ένωση;
- Και αν αρρωστήσω, πώς θα προστατεύσω τα αγαπημένα μου πρόσωπα κατά την επιστροφή;
- Θα μας το ακυρώσουν τελευταία στιγμή επειδή η Ελβετία θα έχει παραπάνω κρούσματα;
- Και αν μπει σε lockdown η χώρα τι κάνουμε; Πώς θα πληρώσω τα πανάκριβα ξενοδοχεία για τις μέρες που θα χρειαστεί να μείνω έξτρα;
- Θα χάσω τα λεφτά μου, αν αλλάξει κάτι;
- Θα με πλησιάζει κανείς όταν επιστρέψω;
- Πώς θα επηρεάσει αυτό τη δουλειά μου;
Αυτά που σκέφτεται δηλαδή κανείς, όταν σκέφτεται να κλείσει ταξίδι αυτή την εποχή, ειδικά στην ηλικία τη δική μου, γιατί εντάξει κακά τα ψέματα σε πιο μικρές ηλικίες, ο παρορμητισμός υπερισχύει.
Τι έκανα πριν το ταξίδι:
Αφού λοιπόν μπήκα στο χορό, αποφάσισα να χορέψω. Εφοδιάστηκα με μάσκες όλων των ειδών: χειρουργικές, ΚΝ95, αντισηπτικά υγρά, σπρέι, τζέλ, χάπια επίσης όλων των ειδών, βιταμίνες, γάντια (ένα πακέτο μαύρα για να ναι και σικ!). Αν δεν ντρεπόμουν τόσο, θα φορούσα και την ολόσωμη bunny suit στολή, για να μην έχω καθόλου επαφή με ανθρώπινο αέρα, αλλά εντάξει, συγκρατήθηκα.
Είχα προετοιμαστεί ψυχολογικά ότι κάνω κάτι extreme -δεν είχα ξανακούσει κάποιον (απ’ το περιβάλλον μου τουλάχιστον) να ταξιδεύει εκτός Ελλάδος, οπόταν θα κρατούσα αποστάσεις, δεν θα άγγιζα πουθενά και γενικά θα απέφευγα τις μαζώξεις.
Επίσης, για πρώτη φορά δεν είχα βγάλει πρόγραμμα-αναπνοής. Τι εννοώ; Συνηθίζω να βγάζω λεπτομερώς το πρόγραμμα για κάθε μέρα και να έχω σχεδιασμένο ακριβώς τι θα κάνω σε κάθε χώρα, γιατί εκνευρίζομαι όταν χάνω χρόνο κυνηγώντας πινακίδες. Οπόταν αυτή τη φορά, οι αναπνοές μας ήταν ελεύθερες, γιατί θα αποφασίζαμε ανάλογα κάθε μέρα τι θα κάναμε την επόμενη και ούτω καθ’ εξής. Και τελικά, αυτό δούλεψε κιόλας.
Το κυριότερο είναι πως αποφάσισα για πρώτη φορά να μην το διατυμπανίσω δεξιά και αριστερά, για να αποφύγω σχόλια που θα με φόρτιζαν με επιπλέον αρνητική ενέργεια, γιατί είχα ήδη αρκετή ή σχόλια που εμπεριείχαν τη λέξη «κορωνοϊός», «πού θα πάτε έτσι καιρό;» «και δεν φοβάστε;» «αν αρρωστήσετε;» – δικαιολογημένα βέβαια, αφού ο φόβος έχει φωλιάσει για τα καλά σε όλους -. Και ορκίστηκα πως ούτε influencer θα το’ παιζα αυτή τη φορά, κομμένα τα στόρις για να μη με ματιάσουν και σκεφτόμουν πως αν αρρώσταινα τουλάχιστον, δε θα το μάθαινε κανείς!! -άσε που τα’ χω πάρει και λιγάκι με τους ψευτο-επαίτες της εποχής, εν ονόματι influencers-.
Οι σκέψεις μου καθώς ταξίδευα:
Καταρχάς, μετάνιωσα που δεν έβαλα μια κάμερα να με ακολουθεί για να δείτε το πόσο κακόμοιρος ήμουν στο αεροδρόμιο Λάρνακας και μετά στο αεροπλάνο για τη Βασιλεία. Θα με λυπόσασταν. Τρομοκρατημένος καθώς ήμουν, περίμενα από ώρα σε ώρα να εμφανιστεί ο κορωνοϊός γι’ αυτό και είχα πιάσει μια γωνίτσα, μπας και με προσπεράσει.
Όλα καλά που λέτε, στο αεροπλάνο όλοι φόραγαν μάσκες και υπήρχαν άδειες θέσεις και ευτυχώς δεν καθόταν κανένας δίπλα μου -ξέρετε εξορκισμός ανθρώπων πια!-.
Εντάξει, δεν είναι εύκολο να φοράς τη μάσκα 9 ώρες (γιατί τη φορέσαμε στο αεροδρόμιο, στο αεροπλάνο και μετά στα μέσα μεταφοράς μας -τρένα, λεωφορεία κτλ κτλ- για να’ μαστε καλυμμένοι), αλλά δεν είναι και ακατόρθωτο δα!
Σταδιακά όμως συνειδητοποιούσα ότι ζούσα σε άλλον πλανήτη… Στον πλανήτη που είχε δημιουργηθεί στο μυαλό μου, ή μάλλον είχαν φροντίσει να μου δημιουργήσουν τα ΜΜΕ και όχι στον πραγματικό!
Τα τελικά μου συμπεράσματα:
«Οι δειλοί πεθαίνουν πολλές φορές πριν το θάνατό τους»: Ακριβώς αυτό. Μας πέθαναν, πολύ πριν πεθάνουμε! Γιατί; Γιατί έχουμε στο μυαλό μας μία εικόνα για το πρόβλημα στον κόσμο, πολύ διαφορετική απ’ την ισχύουσα. Οι Ελβετοί ήταν χαλαροί. Στους δρόμους, στις λίμνες, στα λιβάδια, στα όρη και στα παραρά. Μαζί με τα παιδιά και τα σκυλιά τους. Μαζί τους κι εμείς, γιατί μας μετέδωσαν τη θετική τους αύρα. Απλώς τηρούσαν αποστάσεις ασφαλείας -και κάποτε όχι- και φόραγαν μάσκες στα μέσα μαζικής μεταφοράς. Αυτός ο ιός όμως, δεν τους σταματούσε απ’ τη ζωή. Δεν τους εμπόδιζε απ’ το να κάνουν hiking ή να αδράξουν την ευκαιρία μιας ηλιόλουστης μέρας για να κολυμπήσουν στη λίμνη. Ήταν όμως εκεί και ζούσαν!
Ξέρετε πώς ένιωσα; Ένιωσα θύμα. Ένιωσα θύμα παραπληροφόρησης, θύμα εξαπάτησης, θύμα τρομοκρατικής επίθεσης η οποία με πλήγωνε καθημερινά και εγώ την αποδεχόμουν ασυμβίβαστα. Γιατί δεν είχα πάει να δω την αλήθεια με τα μάτια μου. Και ένιωσα τόσο άσχημα που εν αγνοία μου είχα γίνει κι εγώ ένας θύτης. Ένας buller ανθρώπων, γιατί αυτό μας έκανε η τρομοκρατία που μας έχουν επιβάλει: να φοβόμαστε ο ένας τον άλλο και να αλληλοπολεμάμε. Μετάνιωσα τόσο που ήμουν καχύποπτος με τους ανθρώπους με το πρώτο «κουχ κουχ» λες και έκαναν κάτι κακό. Μετάνιωσα επίσης που είχα γίνει απότομος ή αγενής στην προσπάθειά μου να «προστατευτώ». Μετάνιωσα που ήμουν όλα αυτά δηλαδή που είναι τώρα οι άνθρωποι στην Κύπρο.
Από τι τελικά πρέπει να προστατευτώ; Ευτυχώς -έστω κι αργά- το κατάλαβα. Γιατί μιλάμε για μία πανδημία που έχει ποσοστά θανάτου, όσα και μια κανονική γρίπη, την οποία όμως εμείς ταυτίσαμε με αιματηρό παγκόσμιο πόλεμο! Για ποιο λόγο γίνονται όλα αυτά, σκέφτομαι τώρα. Γιατί μας εκφοβίζουν; Υπάρχουν συμφέροντα ή κάνω εγώ κάτι λάθος;
Θα μου πεις, μιλάς εκ του ασφαλούς. Δεν υποτιμώ τον ιό, αλλά δεν πανικοβαλλόμαστε! Δεν σταματάμε να ζούμε! Ζούμε και ταξιδεύουμε με ασφάλεια, όπως θα’ πρεπε να κάνουμε και πριν και πάντα! Και το μόνο πράγμα που πρέπει να φοβόμαστε είναι ο ίδιος ο φόβος, και αυτόν πρέπει να πολεμούμε. Γιατί εκείνος είναι που μας εμποδίζει απ’ το να ξεπεράσουμε το πρόβλημα, που σε αυτή την περίπτωση λέγεται κορωνοϊός. Φοβόμαστε να πάμε παραπέρα. Φοβόμαστε να είμαστε ευέλικτοι, να προσαρμοστούμε στις νέες συνθήκες. Φοβόμαστε να βάλουμε μια μάσκα, ενώ τόσα χρόνια τις φοράμε αόρατα. Φοβόμαστε να μοιραστούμε με ειλικρίνεια τις σκέψεις μας και να συνυπάρξουμε. Γιατί ο κορωνοϊός πιστεύω ήταν η αφορμή, αυτή που ανέδειξε πως δεν είμαστε πραγματικά ενωμένοι και πως ο κόσμος της κατανάλωσης είναι τόσο εύθραυστος, αφού τα θεμέλιά του είναι τόσο σάπια.
Μιας και μιλώ για κατανάλωση, χάρηκα που δεν συνάντησα πια τουρισμό-κατανάλωσης. Οι άνθρωποι, τουλάχιστον στην Ελβετία, είχαν στραφεί ξανά στη φύση, και απομακρύνθηκαν αρκετά από τα καταστήματα και τις πρόσκαιρες απολαύσεις.
Πολύ λυπάμαι που δεν άγγιξα καθόλου το θέμα Ελβετία, που δε σας παρουσίασα τις ομορφιές αυτής της χώρας, αλλά θεώρησα πρέπον να σταθώ σε αυτά που είπα, γιατί κι εγώ θα ήθελα να τα διαβάσω από κάποιον πριν ταξιδέψω. Είχα την ανάγκη να πει κάποιος «Ξέρετε, πήγα και πέρασα και καλά και μη φοβάστε!», αλλά δεν έτυχε να δω κάτι παρόμοιο γραμμένο κάπου. Όλοι μετρούν θύματα, μετρούν τα λεφτά που χάσαμε, μετρούν ζημιές, μετρούν εκείνα που μετριούνται. Μέτρησε κανείς εκείνα που δεν μπορούν να μετρηθούν; Μέτρησε κανείς το πόσο μακριά είμαστε απ’ το όραμα ενός ανθρώπινου άνθρωπου;
Το ταξίδι μου αυτό στην Ελβετία, θα το θυμάμαι για πάντα γιατί μου θύμισε τα αυτονόητα. Και παρακαλώ, όσοι θα με κρίνετε, ακούστε τουλάχιστον τον Μαχάτμα Γκάντι: «Ο φόβος έχει κάποια χρησιμότητα, η δειλία όμως όχι». Και οργανώστε ταξίδια!
Υ.Γ.: Ακολουθεί και το κανονικό άρθρο για την Ελβετία σύντομα! ?
What do you think?
Show comments / Leave a comment