Είχε μόλις αφήσει τη σκούπα. Ο αγώνας για το ψωμί τελείωσε και σήμερα. Δεν κρατούσε κακία στις αδελφές της, που την χλεύαζαν και είχαν βάλει στόχο ζωής να την μειώνουν. Ούτε την ένοιαζε που κάθε βράδυ έπρεπε να τρίβει το χθαμαλό πάτωμα, για να μπορεί να κοιμάται ήσυχη τα βράδια. Ήθελε μόνο να’ ναι ελεύθερη… Ελεύθερη και χαρούμενη… Και φυσικά για τα άλλα, τα πιο μεγάλα όνειρά της, ούτε λόγος. Τα μάγια δεν λύνονταν, ο πρίγκιπας δεν ερχόταν και γοβάκι δεν υπήρχε πουθενά για να το φορέσει. Ήταν μία μεγάλη πια, ρυτιδιασμένη γυναίκα, ταλαίπωρη, και φανερά λυπημένη. Όσο πέρναγε ο χρόνος, η Σταχτοπούτα γερνούσε περιμένοντας …
Τώρα εκείνη, τα βρώμικα κουρέλια και οι ρυτίδες της κοιτούσαν περίλυπα τον καθρέφτη και έκλαιγαν.
Ο αφηγητής πλησιάζει και της πιάνει τον ώμο.
Κάθισε. Κάθισε και άκουσέ με προσεκτικά.
Ξέρω, έχεις βαρεθεί να ακούς τα ίδια και τα ίδια. Ξέρω σε έχουν φλομώσει στο ψέμα, χρόνια τώρα…
Ξέρω, έχεις σιχαθεί τα φλύαρα λόγια και τις ουτοπίες για έναν κόσμο δίκαιο, και πώς το καλό θα νικά πάντα.
Ξέρω έχεις χάσει κάθε ελπίδα σε κράτη «πρόνοιας» και φωστήρες που θα έρθουν να σε σώσουν απ’ τη βιοπάλη και «τους κακούς»… Καλά κάνεις εν τέλει και αναρωτιέσαι: «ποιοι είναι τελικά οι κακοί»;
Ξέρω, πως έχεις γεράσει περιμένοντας πρίγκιπες, άλογα και λαμπρές ιστορίες αγάπης. Και τελικά αυτούς τους κέρδισαν τα θέλγητρα και η μανία για followers, αντί η ατόφια ομορφιά σου, και δεν ήρθαν ποτέ.
Ξέρω σου έταξαν καλύτερες μέρες, μα αντί γι’ αυτές αντικρύζεις συμφέρον, ψευτιά, πισώπλατες μαχαιριές μόνο. Ξέρω πως εσύ και η γενιά σου δεν μπορείτε πια να ατενίσετε το μέλλον και να κάνετε σκέψεις για την επόμενη μέρα. Είναι μία ύπουλη αρρώστια πια που σας παραδέρνει, στη ψυχή, και δεν τη λένε κορωνοϊό.
Ξέρω, σε φοβερίζουν για να είσαι υπάκουη. Όλο σου βάζουν όρια και νέα μέτρα. Και οι υποδείξεις γίνονται διαταγές και όλο φοβάσαι κι εσύ περισσότερο να είσαι ελεύθερη. Ακριβώς όπως τα λες είναι. Να σε κλείσουν σε ένα κουτί θέλουν, να τους υπακούς, να τους ικετεύεις για κάτι παραπάνω… Να μη βγάζεις πότε τη μάσκα που σου φύτεψαν μέσα σου. Και κάπως έτσι πέρασαν τα χρόνια σου Σταχτοπούτα και χάθηκαν οι στιγμές σου…
Ξέρω, έχεις ξεπεράσει κατά πολύ τα όριά σου. Αρρώστησες, χάθηκες, λύγισες. Μα θα σε «εμβολιάσουν», σου είπαν, και πίστεψες πως αυτή θα είναι η «ένεση της αλλαγής», η «ένεση της αγάπης».
Ξέρω, Σταχτοπούτα, ξέρω.

Μα άκουσε με, ξανά.
Δεν πρέπει να σε λυγίσουν. Όχι Σταχτοπούτα, όχι. Υπάρχει και η δική ΣΟΥ ιστορία πέρα από εκείνη που θέλουν να γράψουν «οι άλλοι», που γεμίζει τα παιδικά βιβλία και τα κάνει πιο όμορφα. Υπάρχει εκείνη, η μικρή υπηρέτρια που η βρωμιά γύρω της, δεν ακουμπάει τη ψυχή της. Υπάρχεις ΕΣΥ Σταχτοπούτα, που σε εγκλωβίζουν μα η ψυχή σου πετά ελεύθερη, και ατενίζει όμορφους ουρανούς και αστέρια.
Και κάθε φορά, θα σε ακούν τα παιδιά λίγο πριν κοιμηθούν, να πέφτεις και να ξανασηκώνεσαι. Μα και στον ύπνο τους, εσύ θα είσαι πάντα το όνειρό τους, η γυναίκα εκείνη η πριγκιπισσένια, η τολμηρή, η επαναστάτρια, η άφθαρτη στις στάχτες. Η γυναίκα εκείνη που δεν έχει ανάγκη ΚΑΝΕΝΑ πρίγκιπα για να τη σώσει και ΚΑΝΕΝΑ γοβάκι για να αποκτήσει αξία. Γιατί η ίδια η αξία είσαι ΕΣΥ Σταχτοπούτα και σε’ σενα αποθέτω τ’ ονειρά μου. Σε’ σενα θα βρουν τον εαυτό τους χιλιάδες νέοι ακόμη, ΕΣΥ θα είσαι η λάμψη για να συνεχίσουν τα παιδικά μάτια να ονειρεύονται, ΕΣΥ είσαι η ίδια η αλλαγή που περιμένουμε!
Κάθε βράδυ θα ομορφαίνεις και θα ξανασχημίζεις, για εμάς, Σταχτοπούτα. Γιατί, υπάρχει ελπίδα και αυτή είσαι ΕΣΥ.
Σε βλέπω που δεν χαμογελάς, πάλι. Πάψε! Φόρεσε τώρα τα καλά σου, έξω το στήθος και μπρος!
Πλησιάζει η ώρα που θα λυθούν τα μάγια. Και αυτό το ΞΕΡΩ καλά.
Και μπορεί η ώρα να είναι εννιά, Σταχτοπούτα, αλλά εσύ μπορείς και ΠΡΕΠΕΙ να συνεχίσεις να είσαι ελεύθερη και να ονειρεύεσαι…
Σταχτοπούτα ΣΗΚΩ! Άλλη μια μάχη σε περιμένει απόψε.
Λύθηκαν τα μάγια;

What do you think?
Show comments / Leave a comment