Αγαπητό μου, πονεμένο μου ημερολόγιο,
Πόσα να ακούσεις και εσύ. Είναι όμως αυτό που λέμε, μόνο μια φορά ζούμε γι’ αυτό φρόντισε να μαζέψεις κι εσύ όσες περισσότερες εμπειρίες μπορείς. Θα σου αφηγηθώ λοιπόν μια εμπειρία μου, η οποία αποτελεί παράδειγμα της συνηθισμένης σε όλους μας κλασσικής φιγούρας – στυλάκι κάθε Κυπραίου, που ενώ όλα πηγαίνουν καλά … ξαφνικά κάτι συμβαίνει, φωνάζει, τάσσει ραφτί και αλίμονο να μην αναφέρει την φράση “ΞΕΡΕΙΣ ΠΟΙΟΣ ΕΙΜΑΙ ΓΙΩ ΡΕΕΕ”. Θα ήθελα να διευκρινίσω ότι παρόλο που στην ιστορία που ακολουθεί μου βγήκε κάθε τι Κυπριακό έχω μέσα μου, είμαι ένας πολύ υπομονετικός τύπος που δεν εξοργίζομαι καθόλου εύκολα. Δηλαδή για να νευριάσω, πρέπει ο άλλος να με έχει φτάσει στα άκρα.
Πρωτοετής λοιπόν στα βόρεια του Ηνωμένου Βασιλείου. Εγώ και ο κολλητός μου μέναμε σε εστία μαζί με άλλους. Ας ονομάσουμε τον κολλητό μου Κωστή, έτσι γιατί ταιριάζει με την ιστορία! Τα δωμάτια μας με τον Κωστή, ήταν κολλητά και μπροστά απ’ τα δωμάτια ήταν ένας μεγάλος διάδρομος ο οποίος οδηγούσε στην εξώπορτα. Ήμασταν στον 9ο όροφο και σε μια εστία η οποία ήταν γνωστή για τα γνωστά φοιτητικά Flat parties. Κάθε νύχτα λοιπόν ταμπα τουμπου, ταμπα τουμπου από πάνω μας, από κάτω μας, από δίπλα μας κτλ. Δεν αρκούσε το ότι η φασαρία και η μουσική διαρκούσαν μέχρι το πρωί, κάθε 2-3 μέρες έπαιζε και ο συναγερμός φωτιάς της εστίας μας για άσκηση. Καταλαβαίνετε λοιπόν ότι για να κοιμόταν κανείς εκεί μέσα θα έπρεπε να είχε υπομονή γαδάρου και συγνώμη για την έκφραση αλλά ακόμα κατσιαρίζει το πιου, πιου μες τα αυτιά μου. Ήταν Κυριακή λοιπόν και ως γνωστόν κάθε Δευτέρα δεν υπήρχε συναγερμός αλλά ούτε και πάρτυ, αφού την επόμενη θα είχαμε πανεπιστήμιο. Χαρούμενος εγώ παραγγέλνω την πίτσα μου, βάζω και την ταινία μου και απολαμβάνω ένα ήσυχο επιτέλους βράδυ σίγουρος ότι τίποτε δεν μπορεί να με ενοχλήσει. Προγραμμάτισα που λες να σηκωνόμουν στις 8 για να πάω πιο χαλαρός στο μάθημα, την επόμενη μέρα και να μην βιάζομαι.
Αλλά επειδή ο Γιώρκος, τζαι ο παρέας του ο Κωστής εν κάκτοι, μια έκπληξη έμελλε να τους χαλάσει ένα όμορφο, ήσυχο βράδυ. Αφού με παίρνει ο ύπνος λοιπόν, κατά τις 4 τα ξημερώματα ένιωσα την εξώπορτα να την κτυπά κάποιος πάρα πάρα πολύ δυνατά, σαν να έπεφταν κεραυνοί δίπλα μας. Εγώ λοιπόν υπολόγισα ότι θα είναι κάποιος από τους συγκατοίκους μας και ξέχασε τα κλειδιά, άρα κάποιος θα σηκωθεί να ανοίξει. Ωραία λοιπόν αλλάζω μεριά στο μαξιλάρι για να είναι πιο παγωμένο και συνεχίζω τον ύπνο μου. Μετά από κανένα 15 λεπτό περίπου ξανά ο ίδιος ήχος πάρα πολύ δυνατά, εγώ όμως λόγω ανεξάντλητης υπομονής συνέχισα να κοιμάμαι χωρίς καμία έννοια, αφού όποιος και αν ήταν κάποια στιγμή θα σταματούσε να προσπαθεί να βγάλει την πόρτα. Στις 5 λοιπόν τα ξημερώματα κτυπάει το κινητό μου από τον Κωστή ο οποίος κοιμόταν στο δίπλα δωμάτιο και ακολουθεί ο εξής διάλογος:
– Ε Κωστή είδες την ώρα γιε μου;
– Ρε μα περιπαίζεις με; Είσαι τέλια Γάρος; Εν σκέφτεστε τίποτε; ποιος εν τούτος ρε που μου κουβάλησες μες το δωμάτιο;
– Ρε μα παεις καλά; Πιαννισμε η ώρα 5 το πρωί να μου πεις ότι εκουβάλησα σου έναν μες το δωμάτιο; Ππεσε τζοιμήθου τζαι έχουμε μάθημα αύριο.
– Ρε αν αππωθήκετε τζαι εφέρετε μου τον τούτον δαμέσα, εν ξέρω τι εννα γίνει λαλώ σας το.
Και αφού του το έκλεισα 2-3 φορές συνέχισε να με πιάνει αφού νόμιζα ότι με περίπαιζε. Ο ένας νόμιζε επεριπαίζεν τον ο άλλος. Ακούω λοιπόν ένα διάλογο με φωνές από δίπλα τύπου:
– Go Away ρε παλιό κκιοφτε που εννα μου πεις εν το δωμάτιο του παρέα σου του Oli.
Εγώ εκείνη την ώρα κατάλαβα πως κάτι παίζει και παίρνω τηλέφωνο τον Κωστή, και του λέω:
– Ρε μα τι γινισκετε ποτζι ρε;
– Άφησμε ρε Γιώρκο τζαι εν ξέρω τι εννα γίνει δαμέσα (ακούω από το τηλ: Or you go Away or I don‘t know What I do)
– Ρε με ποιον μιλάς ρε, πιος εν ποτζι;
– Εσηκώστηκα τζαι ήβρα έναν τζαι ετζιματουν χαμε δίπλα που το κρεβάτι μου, έτζιζα του τζαι εν εξύπναν, επία τζαι εγώ χαλαρός τόιλετ, επειδή ενόμιζα ότι εκάμνετε μου φάρσα, ε που εσηκωστηκεν ελάλεν μου where is my friend Oli, this is the Room of my friend Oli τζαι γενικά εγύρεφκεν έναν Oli μες το δωμάτιο του Κωστή.
Εγώ λοιπόν όταν σύνδεσα τι έγινε, και αντιλήφθηκα ότι ήταν ένας μεθυσμένος που χτυπούσε την πόρτα ασταμάτητα, παραβίασε την πόρτα και βρέθηκε να κοιμάται δίπλα από το κρεβάτι του κολλητού μου, άναψαν τα λαμπάκια μου:
– Ρε Κωστή, μεν μου πεις ότι εν τούτος που έσυρε την πόρτα κάτω;
– Ε σαμπου ναι!
– Φορώ ρούχα τζαι έρκουμαι, πε του ότι έσιη 2 λεπτά να εξαφανιστεί !
Ντύνομαι, ανοίγω την πόρτα του δωματίου και βλέπω τον Κωστή να τον κράτα που την κκελε, να τον σπρώχνει έξω και να του κλείνει την πόρτα στην μούρη. Όταν τον είδα λοιπόν και αφού ήταν τύφλα στο μεθύσι, ξεκίνησα να του τα ψάλλω:
– Ρε μα εν εσου που ττακα ττουκου; εξύπνησες με ρε γάρε!
– Oli is in the room.
– Ρε Oli no here, here Κωστής.
Κτυπώ λοιπόν την πόρτα του Κωστή και του λέω να ανοίξει για να μπει να δει ότι δεν είναι ο φίλος του μέσα και να φύγει. Ο Κωστής όμως δεν άνοιγε γιατί φοβόταν ότι δεν θα έβγαινε έξω αφού έφκηκεν το βλατζι του να τον φκάλει έξω.
– Άνοιξε ρε την πόρτα να μπει να δει να πέσουμε να τζοιμηθούμε τζαι να μεν καταφέρουμε μιαν νύχτα να τζοιμηθούμε.
– ΟΙ! εν θα φκαίννει πόξω.
-Άνοιξε Τζιε εννα τον φκάλουμε μαζί ρε, εν τζαι να σηκώσω δεύτερη κουβέντα α!
Ανοίγει λοιπόν την πόρτα και ξεκινήσαμε με τον Κωστή να ανοίγουμε τα ερμάρια, να μετακινούμε κρεβάτια για να καταλάβει ότι δεν υπήρχε κάποιος άλλος στο δωμάτιο.
– You see ρε κουμπάρε; No Oli here. Ατε σπίτι σου.
– No I want to sleep with Oli.
– Ρε my friend, Oli is not here, go away.
– I will punch you both, if Oli is not here
– Ε Κωστή; εν εμάς που λαλεί έτσι ρε; ρε you know who we are ρε; we are from Cyprus ρε, you know Cyprus ττοππούζι ρε;
[Καλάν, εδώ το παράχεσα επηρεασμένος από τον πρόσφατο ρατσιστικό καβγά που έγινε viral στην Κύπρο]
Μετά από τεράστια άρνηση να μην φύγει αποφασίσαμε να τον σηκώσουμε πάνω μας και να τον βγάλουμε έξω.
– You are such a donkey my friend, such a donkey. Go away and don’t come back, καραγκιόζη!
Τζαι απαντά μου:
– Tomorrow night I will come to find Oli in your Room. Μα****!
Ε ναι! Εννοείται έξερεν την μαγική λεξούλα ο τύπος. Αφού σήμερα η λέξη κάνει θραύση στο εξωτερικό. Τζίνον ήταν. Έκλεισα την πόρτα. Επια μες το δωμάτιο μου. Εφόρησα ξανά τες πιτζαμούες μου, τζαι έβλεπα πόσοοοο ωραία εξημέρωνε. Εντωμεταξύ έπαιξε τζαι ο συναγερμός τελικά.
Μετά που λλιο, επία κάτω στην ρεσεψιόν να αναφέρω το συμβάν. Ο παρέας τζιαμέ επέθανεν του γέλιου, αλλά εγώ εσοβαρομίλουν.
***Απαγορεύεται η μερική ή ολόκληρη αναδημοσίευση του άρθρου σε άλλα sites χωρίς τη συγκατάθεση του beezdom.com
What do you think?
Show comments / Leave a comment