Μετά από τρεις μήνες διαμονής σε μια μικρή πόλη της Πορτογαλίας, ήρθε επιτέλους ο καιρός να φύγω. Είχα πάει εκεί για ένα πρόγραμμα εθελοντισμού, ήταν αρκετά ενδιαφέρον, έμαθα πολλά και γνώρισα μερικούς υπέροχους ανθρώπους. Παρ’ όλα αυτά, δεν έβλεπα την ώρα να πετάξω για Εδιμβούργο και να είμαι με τον σύντροφό μου.
Η πτήση θα έφευγε από την πρωτεύουσα, η οποία βρισκόταν 4 ώρες μακριά. Έτσι, για να μειώσω λίγο το ταξίδι, αποφάσισα να πάω στη Λισαβόνα δύο ημέρες προηγουμένως με δύο φίλους που γνώρισα εκεί. Την ημέρα της αποχώρησης από την πόλη, εγώ είχα μαζί μου μία 20κιλη βαλίτσα, και δύο μικρές χειραποσκευές, μία στον ώμο και μία με τροχάκια. Η μεγάλη μου αποσκευή είχε σπασμένους τροχούς και ήταν απίστευτα δύσκολο να την σέρνω. Σαν να μην έφτανε αυτό, οι δρόμοι στην Πορτογαλία είναι πετρόχτιστοι και ανηφορικοί ή κατηφορικοί. Μισή βασανιστική ώρα αργότερα – που φάνηκε αιωνιότητα – βρισκόμασταν στον σταθμό λεωφορείων.
Στο Αεροδρόμιο
Αφού είχα περάσει δύο όμορφες μέρες με τους φίλους μου, τους αποχαιρέτησα και νωρίς το πρωί της επομένης κάλεσα ένα ταξί Uber να με πάει στο αεροδρόμιο. Όταν βγήκα έξω από το κτίριο δεν είχα σύνδεση κι έτσι ο οδηγός δεν μπορούσε να επικοινωνήσει μαζί μου. Ο οδηγός ακύρωσε τη διαδρομή κι έτσι κάλεσα ένα άλλο όταν μπήκα ξανά μέσα στο κτίριο. Ευτυχώς, το δεύτερο αμάξι έφτασε έξω από την πόρτα και ξεκινήσαμε προς το αεροδρόμιο.
Καθώς έψαχνα την πτήση μου στους πίνακες πληροφοριών, άρχισε να με καταβάλλει η αγωνία, αφού δεν την έβρισκα πουθενά. Όταν έλεγξα ξανά το εισιτήριό μου, πρόσεξα ότι βρισκόμουν στο λάθος κτίριο κι έτσι έτρεξα στο λεωφορείο για το «Terminal 2». Όταν έφτασα στον πάγκο, η μεγάλη μου αποσκευή ζύγιζε 4 κιλά περισσότερο απ’ ότι θα έπρεπε (ως συνήθως). Η υπάλληλος της αερογραμμής με συμβούλεψε να αφαιρέσω μερικά από τα πράγματά μου από την μεγάλη βαλίτσα και να τα μεταφέρω στην χειραποσκευή μου για να ελαφρύνει. Έκανα ότι μπορούσα, αλλά η βαλίτσα είχε ακόμη 2 κιλά έξτρα. Συμφώνησα να πληρώσω γι’ αυτά και πήγα στο ταμείο απέναντι να το τακτοποιήσω. Εν τω μεταξύ, η υπάλληλος πέρασε την μεγάλη αποσκευή μέσα.
Επιβίβαση
Όταν παρατήρησα ότι ο χρόνος περνούσε – μου έμεναν περίπου 20 λεπτά για να επιβιβαστώ – ο πανικός άρχισε να υψώνεται. Εξήγησα την κατάσταση στο ταμείο, πλήρωσα για έξτρα κιλά και πήγα ξανά στην πρώτη σειρά να καθησυχάσω την υπάλληλο ότι όντως είχα πληρώσει. Με περιττή αδιαφορία μου είπε ότι δεν χρειαζόταν να επιστρέψω στον πάγκο. Τότε, έτρεξα προς το αεροπλάνο, πέρασα βιαστικά τον έλεγχο και με κομμένη την ανάσα βρέθηκα μπροστά σε μια άδεια πύλη. Έμεινα ακίνητη για λίγα δευτερόλεπτα κοιτάζοντας το κενό. Ρώτησα έναν υπάλληλο που είδα να ξεπροβάλλει μέσα από την πόρτα και μου είπε ότι το αεροπλάνο έχει φύγει. Ένιωσα τη γη να χάνεται κάτω από τα πόδια μου. Ρωτούσα ξανά και ξανά τον υπάλληλο σαν να μην μπορούσα να χωνέψω το γεγονός ότι το αεροπλάνο μου είχε φύγει και εγώ έμεινα πίσω.
Χιλιάδες τρομοκρατικές σκέψεις στριφογύριζαν στο μυαλό μου καθώς περπατούσα προς την έξοδο. Δεν είχα χρήματα, δεν είχα τόπο διαμονής, θα έμενα στο δρόμο, ήμουν παγιδευμένη σ’ αυτή τη χώρα και δεν υπήρχε τρόπος διαφυγής. Η κοπέλα στο ταμείο με αναγνώρισε και όταν της είπα ότι έχασα την πτήση κι έπρεπε να κλείσω άλλη, δεν μπορούσα να συγκρατήσω τα δάκρυά μου. Όταν μου είπε ότι η επόμενη πτήση για Εδιμβούργο ήταν σε 4 ημέρες ήμουν στα πρόθυρα κατάρρευσης. Με συμβούλεψε, όμως, να ψάξω σε άλλες αερογραμμές για πιο σύντομη πτήση.
Δεύτερη Πτήση
Επέστρεψα στο πρώτο κτίριο για να πάρω την αποσκευή μου από τα «Lost & Found» και πήρα τη μητέρα μου τηλέφωνο σε κατάσταση πανικού. Της εξήγησα τι έγινε και δέχτηκε – ευτυχώς – να μου δανείσει την πιστωτική της κάρτα για κλείσω άλλο εισιτήριο. Το καλύτερο που βρήκα ήταν πτήση μέσω Λονδίνου αποβραδίς και το έκλεισα χωρίς δεύτερη σκέψη. Κάθισα σ’ ένα καφέ εκεί κοντά, πήρα ένα εσπρέσο και προσπάθησα να ηρεμήσω παίρνοντας βαθιές ανάσες. Δύο ώρες αργότερα επανήλθα στην ήρεμη ψυχική μου κατάσταση.
Όταν έφτασε η ώρα, επιβιβάστηκα στην πτήση για Λονδίνο χωρίς άλλα προβλήματα και πέρασα την νύχτα στο αεροδρόμιο. Στη δεύτερη πτήση έπρεπε να ξαναπληρώσω για τα έξτρα κιλά. Ήμουν πολύ κουρασμένη για να το αμφισβητήσω.
The End
Όταν επιτέλους έφτασα στο Εδιμβούργο και είδα τον σύντροφο μου να μου χαμογελάει, ένιωσα ένα κύμα ανακούφισης και ευγνωμοσύνης. Το ταξίδι ήταν μακρύ και κουραστικό, ήξερα όμως ότι άξιζε τον κόπο. Εξάλλου, ήταν ήδη παρελθόν και θα γινόταν μια καλή ιστορία στο μέλλον.
***Απαγορεύεται η μερική ή ολόκληρη αναδημοσίευση του άρθρου σε άλλα sites χωρίς τη συγκατάθεση του beezdom.com
What do you think?
Show comments / Leave a comment